Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, πρώτη του Γεναρίου,
αύριο ξημερώνεται τ’ Αγίου Βασιλείου.
Άγιος Βασίλης έρχεται, από την Καισαρεία,
βαστάει εικόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι.
Το καλαμάρι έγραφε και το χαρτί μιλούσε:
-Βασίλη πόθεν έρχεσαι και πόθε κατεβαίνεις;
-Από τη μάνα μ’ έρχομαι και στο σχολειό πηγαίνω,
να μάθω τ’ Άγια γράμματα και τ’ Άγιο Ευαγγέλιο.
Σ’ αυτήν την πόρτα που ήρθαμε, πέτρα να μη ραγίσει,
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού, χρόνια πολλά να ζήσει.
Να ζήσει χρόνους εκατό, και να τους απεράσει,
και στων παιδιών του τις χαρές, κουφέτα να μοιράσει.
Κυρά χρυσή, κυρ’ αργυρή, κυρά μαλαματένια,
που σε χτενίζουν άγγελοι με τα χρυσά τους χτένια.
Άνοιξε το πουγκάκι σου το μαργαριταρένιο,
και δώσε μ’ ένα τάλιρο, ας είναι κι ασημένιο.
Και τώρα καληνύχτα σας, καλό ξημέρωμά σας,
κι ο Άγιος Βασίλειος να είναι βοήθειά σας.